Όλοι είμαστε έτοιμοι. Όταν φτάνουμε στην πύλη του
Ρωμανού κοντεύουν μεσάνυχτα. Είναι όλοι στις θέσεις τους.
Ο Θεόφιλος Παλαιολόγος, οι Μετοχαίοι Παλαιολόγοι με τα
παιδιά τους, ο Ιωάννης Καντακουζηνός, ο Ιωάννης Δαλ-
μάτης, ο Δον Φραγκίσκος, με κάπου τρεις χιλιάδες άντρες.
Όλοι συμφωνούν πως εδώ θα εκδηλωθεί η μεγαλύτερη πί-
εση του εχθρού, γι αυτό κι ενισχύθηκε αμυντικά το τμήμα
αυτό του τείχους μέχρι τις Βλαχέρνες.
Οι ώρες κυλάνε αργά, κάθε στιγμή μας φαίνεται αι-
ώνας. Μετράμε το χρόνο με τους χτύπους της καρδιάς
μας. Ο αυτοκράτορας στέκεται όρθιος κι αγναντεύει προς
το εχθρικό στρατόπεδο. Κοιτάει το σκοτάδι, τΆ απόλυτο
σκοτάδι. Ίσως να σκέφτεται ό,τι σκέφτομαι κι εγώ, ό,τι
σκεφτόμαστε όλοι μας αυτή τη φοβερή νύχτα. Φαίνεται
μελαγχολικός, αλλΆ είναι ήρεμος, σα να Άχει παραδοθεί
κιόλας στην αιωνιότητα. Τρομάζω που τον βλέπω έτσι
ασάλευτο, σαν ένα ζωντανό άγαλμα πέρα απΆ τα όρια του
κόσμου τούτου.