Λίγα Λόγια
Την επομένη της καταλήψεως της Κρήτης από τις Δυνάμεις του ¶ξονα, άγνωστοι πατριώτες έδωσαν πρώτοι το σύνθημα της αντίστασης κατά του κατακτητή κατεβάζοντας τη γερμανική πολεμική σημαία, που κυμάτιζε από τις 27 Απριλίου 1941 στον Ιερό Βράχο. Η ηρωική εκείνη πράξη υπήρξε ο πρόλογος ενός τετράχρονου έπους: Της μάχης του ελληνικού λαού κατά του βάρβαρου δυνάστη.
Εκείνο το πρωινό της 31ης Μαΐου 1941 η είδηση διαδόθηκε σαν αστραπή σ’ ολόκληρη την Αθήνα. Σε λίγες ώρες το φοβερό νέο είχε γίνει γνωστό και στο πιο μακρινό χωριό. Και σε μικρό χρονικό διάστημα το τολμηρό εκείνο εγχείρημα, που οι συμμαχικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί – ανάμεσά τους και το βρετανικό BBC – διαλάλησαν στους υπόδουλους λαούς της Ευρώπης σαν υπέροχο παράδειγμα ανδρείας και φωτεινή καθοδήγηση στο δρόμο που έπρεπε ν’ ακολουθήσουν κατά των Γερμανών και των συμμάχων τους, είχε κάνει το γύρω του κόσμου.
Ποιοι ήταν όμως αυτοί που άρχιζαν τον αγώνα της αντίστασης με μια πράξη που έκανε τους Έλληνες να νοιώσουν τότε πραγματικά υπερήφανοι; Παρά τις εκτεταμένες έρευνες των Γερμανών και των Ελληνικών αστυνομικών και δικαστικών αρχών ποτέ δεν έγινε γνωστή η ταυτότητα των «δραστών». Και μόνο μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας, τα Δεκεμβριανά και τη Συμφωνία της Βάρκιζας, αποφάσισαν να μιλήσουν. Έτσι, στις 25 Μαρτίου 1945, με κοινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν στις εφημερίδες «Ριζοσπάστης», «Ελεύθερη Ελλάδα» και «Ελευθερία», ο Λαός, έκπληκτος, έμαθε την αλήθεια. Έμαθε ότι πίσω από την πράξη εκείνη, που κουρέλιασε στην κυριολεξία την τιμή και την υπόσταση ενός ολόκληρου έθνους, του ισχυρότερου του κόσμου, της φοβερότερης στρατιωτικής μηχανής που είχε γνωρίσει μέχρι τότε η ανθρωπότητα, βρίσκονταν δύο νέοι άνθρωποι. Ο Απόστολος Σάντας (από πατέρα Λευκάδιο και μητέρα Βυτινιώτισσα), τότε (1941) πρωτοετής φοιτητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και ο Μανώλης Γλέζος (από τη Νάξο) πρωτοετής και αυτός φοιτητής της Ανωτάτης Σχολής Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών.
Την ίδια νύχτα που τα τελευταία τμήματα του ελληνικού στρατού μαζί με Κρήτες και λίγες εναπομείνασες Αγγλονεοζηλανδικές δυνάμεις έπαυαν την αντίστασή τους στον έσχατο ελληνικό προμαχώνα, στη Μεγαλόνησο, ο Σάντας και ο Γλέζος έπαιξαν τη ζωή τους κορώνα-γράμματα μόλις στα 19 τους χρόνια. Σκαρφάλωσαν στον Ιερό Βράχο, αδιαφορώντας για τις γερμανικές δυνάμεις που βρίσκονταν σταθμευμένες εκεί, κατέβασαν τη χιτλερική σημαία και αφού την πέταξαν σε κάποιο πηγάδι χάθηκαν στο σκοτάδι, όπως είχαν έρθει, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από κανέναν.
Νεανική επιπολαιότητα; Τρέλλα; Αγανάκτηση για τα όσα έβλεπαν να διαδραματίζονται καθημερινά γύρω τους; Σίγουρα όλα αυτά μαζί, μα και κάτι άλλο βαθύτερο και ουσιαστικότερο: Ένοιωσαν βαθειά μέσα τους την ανάγκη να κάνουν κάτι που θα σήκωνε ψηλά και του Έθνους την ψυχή, όπως είχαν πράξει στο παρελθόν πολλοί ήρωες πρόγονοί τους.
Το βιβλίο του δημοσιογράφου και συγγραφέα Καρόλου Μωραΐτη «Απόστολος Σάντας: Έτσι κατεβάσαμε την σβάστικα από την Ακρόπολη», είναι η προσωπική μαρτυρία του 88χρονου σήμερα Σάντα για το ιστορικό αυτό γεγονός και έχει σχεδόν ολόκληρο τη μορφή μακράς συνέντευξης.
Αποτελείται από μια εισαγωγή και δύο μέρη. Στην εισαγωγή ο συγγραφέας αναφέρεται εν συντομία στα γεγονότα του Ελληνοϊταλικού και Ελληνογερμανικού Πολέμου, στην κατάληψη των Αθηνών από τους Γερμανούς και στην ύψωση της γερμανικής πολεμικής σημαίας στην Ακρόπολη.
Στη συνέχεια παίρνει το λόγο ο Σάντας. Στο πρώτο μέρος μιλάει για πρώτη φορά για τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια, για την οικογένειά του, για τις σχέσεις με τον πατέρα του, τη μητέρα του, τη μητριά του και τις αδελφές του, για την εγκατάστασή του στην Αθήνα, τις εμπειρίες του από το Γυμνάσιο, για τη δικτατορία Μεταξά, για τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο.
Στο δεύτερο μέρος αφηγείται – ξετυλίγοντας το κουβάρι των αναμνήσεών του – με τρόπο εντυπωσιακό και λεπτομερειακό το χρονικό της αρπαγής της σβάστικας από την Ακρόπολη μέχρι την ημέρα που αποκάλυψε –μαζί με τον Μανώλη Γλέζο– την ταυτότητά τους στον Ελληνικό λαό.
Στον επίλογο υπάρχει απόσπασμα από το βιβλίο του δημοσιογράφου και ιστορικού χρονικογράφου Δημήτριου Γατόπουλου «Ιστορία της Κατοχής», αναφορικά με τις έρευνες που είχε διενεργήσει τότε για το θέμα αυτό ο εισαγγελέας Ηλίας Μικρουλέας.
Το βιβλίο κλείνει με επίμετρο το οποίο περιλαμβάνει το γερμανικό ανακοινωθέν, που εξεδόθη την επομένη της αρπαγής της σημαίας, το ρεπορτάζ με τη βράβευση των δύο ηρώων από τη Βουλή των Ελλήνων το 2008 και το τιμητικό ψήφισμα και μετάλλιο που επέδωσε στον Απόστολο Σάντα το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών το 2009.