Το μπαϊράμι χαιρετίζεται διά κανονιοβολισμών υπό ελληνικού θωρηκτού!
Συνέβη και αυτό το απίστευτον κατά την περίοδον τής διοικήσεως τού Υπάτου Αρμοστού εις την Σμύρνην. Το γεγονός κατεγράφη εις την Ακρόπολιν (10/3/1929, σ. 1) και φέρει την υπογραφήν τού δημοσιογράφου Σταύρου Κουκουτσάκη:
Το απόγευμα τής 15ης Μαΐου τού 1921 –σημειώνει– μία επιτροπή Τούρκων βέηδων, με επί κεφαλής τον ιμάμην τού τεμένους Οσμάν (σημ.: ευρίσκεται πλησίον τού Λόφου Πάγος και τών Μουσουλμανικών Νεκροταφείων, επί των Τουρκικών μαχαλάδων Τεμασαλίκ και Μαχμουντιέ), επεσκέφθη τον Στεργιάδην διά να τού ανακοινώση ότι εντός τής εσπέρας άρχιζε το μπαϊράμι των και να τού ζητήση ταυτοχρόνως την άρσιν διαφόρων περιοριστικών μέτρων διά την νυκτερινήν κυκλοφορίαν και το άνοιγμα τών καφενείων και οινοποτείων τών τουρκικών συνοικιών.
Είναι περιττόν να είπομεν ότι ο φιλότουρκος σατράπης παρεχώρησεν αμέσως και αφειδώς όλας τας ζητηθείσας ευκολίας, πλειοδοτών δε έδωσε την υπόσχεσίν του ότι και αι επίσημοι ελληνικαί αρχαί τής κατοχής θα συμμετείχον εις τον πανηγυρισμόν τού μουσουλμανικού μπαϊραμίου.
Περί την 7ην και 30΄ μ.μ. η επιτροπή τών Τούρκων απεχώρησε κατενθουσιασμένη και ευχαριστούσα θερμώς τον Στεργιάδην διά την φιλόφρονα υποδοχήν και τας χορηγηθείσας ευκολίας. Την ιδίαν στιγμήν ο σατράπης έστειλε μήνυμα εις τον κυβερνήτην τού ναυλοχούντος εις τον λιμένα θωρηκτού ‘Λήμνος’ να χαιρετήση αμέσως δι’ 21 κανονιοβολισμών την έναρξιν τού τουρκικού μπαϊραμίου. Διά να βεβαιωθή δε διά την εκπλήρωσιν τής διαταγής του και διά να απολαύση το θέαμα τών κανονιοβολισμών, ήνοιξε το παράθυρόν του και εστάθη εκεί επί πολλήν ώραν, αναμένων.
Αλλ’ η ώρα επερνούσε και οι κανονιοβολισμοί δεν ηκούοντο, ενώ η νυξ επροχώρει και το σκότος έπιπτε βαρύ εις την πόλιν. Ο σατράπης, στυλωμένος εις το παράθυρον, έσφιγγε τούς γρόνθους του από την οργήν και εβλασφήμα.
Αίφνης, μία ατμάκατος τού θωρηκτού –συνεχίζει την αφήγησίν του ο Κουκουτσάκης– επλησίασεν εις την παραλίαν, προ τής αρμοστείας και ένας ανώτερος αξιωματικός τού ναυτικού εισήγετο μετ’ ολίγον εις το γραφείον τού Αλή πασά, διά να τού ανακοινώση ότι η διαταγή του δεν ήτο δυνατόν να εκτελεσθή, καθόσον αντέκειτο προς τας διατάξεις τού ναυτικού πολεμικού κώδικος, συμφώνως προς τας οποίας απαγορεύονται, εν ώρα νυκτός, οι κανονιοβολισμοί χαιρετισμού.
Εις το άκουσμα τών απροσδοκήτων αυτών πληροφοριών, ο Στεργιάδης έγινεν έξω φρενών και ήρχισε να φωνάζη:
–Τι μού κάμεις εδώ, φιλολογία; εγώ δεν σάς ερώτησα τι γίνεται ή τι πρέπει να γίνεται. Εγώ σάς έδωκα μίαν διαταγήν σαφή και κατηγορηματικήν: Να χαιρετίσετε το μπαϊράμι δι’ 21 κανονιοβολισμών.
–Ναι, αλλά…
–Δεν έχει αλλά… Να γυρίσετε αμέσως πίσω και να ρίξετε τις κανονιές που σάς διέταξα. Ένα κι ένα κάμουν δύο… Τελείωσε.
Ο αξιωματικός επέστρεψε διά να ανακοινώση εις τον κυβερνήτην του τα διαμειφθέντα, αλλά μετ’ ολίγον άλλος ανώτερος αξιωματικός απεβιβάζετο εις την παραλίαν διά να βεβαιώση τον σατράπην ότι η διαταγή του δεν ήτο δυνατόν να εκτελεσθή.
Τότε ο Στεργιάδης έγινεν εκτός εαυτού και ήρχισε να υβρίζη θεούς και δαίμονας, απειλών όλους με άμεσον παύσιν και εξορίαν. Η έξαψίς του ήτο τόση, ώστε οι ναυτικοί, διά ν’ αποφύγουν την περαιτέρω ματαίαν συζήτησιν, ηναγκάσθησαν να υποσχεθούν ότι θα παραβούν όλας τας διατάξεις τού κώδικος και θα χαιρετίσουν το μπαϊράμι τών μουσουλμάνων με τούς νενομισμένους κανονιοβολισμούς.
Την 9ην μ.μ. πράγματι, το ‘Λήμνος’, συμφώνως προς την παράφρονα αξίωσιν τού σατράπου, έρριψε τούς κανονιοβολισμούς και το μπαϊράμι τών Τούρκων ήρχισε από τής στιγμής εκείνης με όλην την επισημότητα. Ο Στεργιάδης έμεινεν εις το παράθυρον, βλέπων την λάμψιν εκάστης εκπυρσοκροτήσεως και μετρών τούς κανονιοβολισμούς ένα προς ένα. Όταν ετελείωσαν, η όψις του ακτινοβολούσε από χαράν και έτριβε τας χείρας του από ευχαρίστησιν, ωσάν να είχεν αρχίσει και δι’ αυτόν η μεγαλυτέρα του θρησκευτική εορτή…
Κάθε σχόλιον περιττεύει.
Αριστείδης Στεργιάδης: Ο καλλίτερος πράκτωρ του Κεμάλ!!!
[…] 23/1/1930: Είναι αναμφισβήτητον –σημειώνουν τα Μακεδονικά Νέα– και η ιστορία θα το βεβαιώση απολύτως μίαν ημέραν, ότι ο σατράπης τής Σμύρνης διά τής πολιτείας του ειργάσθη ως να ήτο ο καλλίτερος πράκτωρ τού Κεμάλ. Πού οφείλεται η πολιτεία του αυτή; Εις την πεποίθησίν του ότι δεν ημπορούσαμεν να σταθώμεν εις την Μικρασίαν και συνεπώς πρέπει να φύγωμεν το ταχύτερον; Ή εις την φρενοβλάβειάν του, όπως την γνωρίζομεν; Το βέβαιον είναι ότι η εθνική μας καταστροφή οφείλεται κατά μέγιστον μέρος εις τον Στεργιάδην, όπως εις αυτόν οφείλεται επίσης η κατόπιν σφαγή και απώλεια μυριάδων Ελλήνων πολιτών και στρατιωτών.
Χαρακτηριστικόν επεισόδιον τής ανοχής του έναντι τών κεμαλικών ενεργειών εν Σμύρνη είναι και το κάτωθι:
Τον Σεπτέμβριον τού 1921, μίαν θερμήν και βροχεράν νύκτα ένας υπομοίραρχος, ανήκων εις την ακολουθίαν τού τ. πρίγκηπος Ανδρέου, υπηρετούντος τότε εις την Στρατιάν τής Μικράς Ασίας, μετέβη εις το ξενοδοχείον Ναΐμ βέη, το οποίον ήτο κέντρον τής Κεμαλικής κατασκοπείας, διά να εγχειρίση εις τον πρίγκηπα προσωπικόν τηλεγράφημα προς αυτόν ληφθέν προ ολίγου εκ Λονδίνου.
Ο πρίγκηψ διεσκέδαζεν εις μίαν ιδιαιτέραν αίθουσαν τού κέντρου με τον Ισπανόν πρόξενον Γκάρτσια Χιμένες και με τας χαριτωμένας αδελφάς Πετρίνι.
Ο υπομοίραρχος, κρατών το τηλεγράφημα, εζήτησεν από την υπηρεσίαν να τον αναγγείλουν εις τον πρίγκηπα.
Η αναγγελία εγένετο αλλ’ ο πρίγκηψ, χαριτολογών και κορτάρων την στιγμήν εκείνην με τας ωραίας λεβαντίνας, αφήκε δι’ αργότερα τα σπουδαία.
Έτσι ο υπομοίραρχος έμεινεν εις το σαλόνι αναμένων να ευδοκήση ο κύριός του να δεχθή το τηλεγράφημα. Αλλ’ ενώ ανέμενεν εκεί είδε φίλον του λοχαγόν τού πεζικού συνομιλούντα με ένα Τούρκον πολίτην, ξυρισμένον και φέροντα γυαλιά μαύρα. Ο υπομοίραρχος κληθείς υπό τού λοχαγού επήγε κοντά του και ο λοχαγός, αφού τον εκάλεσε να καθίση, τον συνέστησεν εις τον Τούρκον:
–Απ’ εδώ ο Κερίμ βέης, ένας από τούς προκρίτους του Βαϊνδηρίου και από τούς καλλιτέρους φίλους τής Ελλάδος.
Ο Τούρκος έδωκε την χείρα εις τον υπομοίραρχον και εψιθύρισεν γαλλιστί ότι είναι ενθουσιασμένος αλλ’ ο υπομοίραρχος, ο οποίος έτυχε να υπηρετή επί σχεδόν έν έτος εις την Χωροφυλακήν τού Βαϊνδηρίου και τής περιφερείας ηρώτησεν:
–Από το Βαϊνδήρι είναι ο βέης;
–Ναι… από το Βαϊνδήρι… απήντησεν ο λοχαγός.
–Περίεργον, εψιθύρισεν ο υπομοίραρχος. Εγώ υπηρέτησα εκεί και δεν εγνώρισα τον βέην…
Τότε ο βέης, ο οποίος εγνώριζε καλά την Ελληνικήν, είπε με κάποιαν ταραχήν:
–Δηλαδή από την περιφέρειαν Βαϊνδηρίου είμαι…
Ο υπομοίραρχος, με την διαίσθησιν ή την προδιάθεσιν που έχουν οι αστυνομικοί, υπωπτεύθη ότι ο βέης εκείνος ήτο ύποπτος και εψεύδετο λέγων ότι κατήγετο από το Βαϊνδήρι ή την περιφέρειαν. Αλλά δεν είπε τίποτε.
Μετ’ ολίγον ο βέης απεσύρθη εις το δωμάτιόν του και ο υπομοίραρχος ηρώτησε τον λοχαγόν:
–Αυτόν τον Τούρκον, στο Βαϊδήρι τον εγνώρισες;
–Όχι. Εδώ προ τριών ημερών. Μού τον σύστησε ο Ναΐμ βέης, πού είναι καθώς ξέρεις δικός μας.
Ο υπομοίραρχος δεν είπε τίποτε. Άλλωστε δεν είχε και καιρόν να ομιλήση, διότι ένα γκαρσόνι τον εκάλεσεν από μέρους τού πρίγκηπος.
Ο υπομοίραρχος παρουσιάσθη προ τού κυρίου του, έδωκε το τηλεγράφημα και απήλθεν. Κατερχόμενος όμως την κλίμακα τού ξενοδοχείου, είδε να προηγείται αυτού ο ύποπτος βέης.
Αυτό ενίσχυσε τας υποψίας τού υπομοιράρχου. ‘Πού πηγαίνει αυτός με αυτή τη βροχή;’ εσκέφθη. Πράγματι δε, έξω έβρεχε ραγδαίως.
Ο αστυνομικός απεφάσισε να παρακολουθήση τον ύποπτον, ο οποίος ήνοιξε την ομβρέλλαν του μόλις ευρέθη έξω και επετάχυνε το βήμα. Ο υπομοίραρχος, υψώσας τον γιακά τού αδιαβρόχου του, τον παρηκολούθησεν εξ αποστάσεως και με προσοχήν.
Ο βέης, αφού εβάδισεν αρκετά υπό την βροχήν με καταφανή την προσπάθειαν να αποφεύγη τούς αραιούς άλλωστε διαβάτας, εκτύπησε την θύραν μιας μεγάλης οικίας και εισήλθεν εις αυτήν.
Ο υπομοίραρχος εστάθη εις μίαν γωνίαν. Και μετ’ ολίγον είδε και άλλα πρόσωπα φεσοφορούντα και με ομβρέλλας να εισέρχωνται εις το ίδιον σπήτι (σημ. εσφ. γρ. αντί σπίτι). Και εσκέφθη ότι για να πηγαίνη ο ύποπτος τέτοια ώρα και με τέτοια βροχή στο σπήτι εκείνο και να πηγαίνουν και άλλοι Τούρκοι εκεί, σημαίνει ότι κάτι τρέχει. Κάποια συνεδρίασις, ίσως Κεμαλικών.
Ενώ έκαμε τας σκέψεις αυτάς, ένα αμάξι ήρχετο. Ο υπομοίραρχος το εσταμάτησε ανέβηκεν επάνω και αφού είπεν εις τον Τούρκον αμαξάν να τραβήξη στο Στρατηγείον, τον ηρώτησε δεικνύων το σπήτι:
–Τίνος είναι αυτό;
–Είναι το κονάκι τού Εβλιά Ζαδέ, απήντησεν ο ανύποπτος Τούρκος αμαξάς.
Μετ’ ολίγον το αμάξι εστέκετο προ τού Στρατηγείου το οποίον ήτο κατάφωτον. Ο υπομοίραρχος εισήλθεν εις αυτό και κατηυθύνθη εις το Β΄ Γραφείον. Ο Διευθυντής τού Γραφείου τούτου ειργάζετο ακόμη δεχόμενος διαφόρους Τούρκους, οι οποίοι ενήργουν αντικατασκοπείαν υπέρ τών Ελλήνων. Ο υπομοίραρχος επικαλεσθείς την ιδιότητά του, ως ακολούθου τού πρίγκηπος Ανδρέου, εγένετο αμέσως δεκτός υπό τού διευθυντού τού Β΄ Γραφείου εις τον οποίον είπε τας υποψίας του ότι δηλαδή εγνώρισε τυχαίως εις τού Ναΐμ βέη ένα Τούρκον που έλεγε ψέματα ότι είναι από το Βαϊνδήρι, ότι ο Τούρκος αυτός παρ’ όλην την βροχήν επήγε προ ολίγου εις το κονάκι τού Εβλιά Ζαδέ, ότι επήγαν εκεί και άλλοι Τούρκοι μ’ όλην την κοσμοχαλασιά αυτήν και ότι συνεδριάζουν προφανώς την στιγμήν εκείνην.
Ο Διευθυντής τού Β΄ Γραφείου, ακούσας με προσοχήν τον υπομοίραρχον, ανεφώνησεν:
–Αυτός είναι, αυτός είναι…
–Ποιος; ηρώτησεν ο υπομοίραρχος.
–Ο Τεφήκ Ρουσδή [σημ.: ορθ. Ρουσδή Αράς Τεβφήκ (Tevfik Rüştü Aras / 1883-1972): Τούρκος πολιτικός, υπουργός Εξωτερικών κατά το διάστημα 1925-1938. Υπήρξε στρατιωτικός ιατρός. Ήτο πρόεδρος τής Τουρκικής αντιπροσωπείας στη Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών (1924). Διετέλεσεν αντιπρόσωπος τής Τουρκίας εις την Κοινωνίαν τών Εθνών (Κ.τ.Ε.). Διεδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο εις την γενοκτονίαν τών Αρμενίων], ο γραμματεύς τού Μουσταφά Κεμάλ…
–Για πές μου τα χαρακτηριστικά του…
Και όταν ο υπομοίραρχος περιέγραψε τα χαρακτηριστικά τού υπόπτου βέη, ο συνταγματάρχης Διευθυντής ανεφώνησεν πάλιν:
–Α, αυτός είναι. Από προχθές μού ανέφεραν ότι κατώρθωσε να έλθη από τη Σκάλα Νόβα στη Σμύρνη με διαταγάς τού Κεμάλ προς τούς ιδικούς του. Σάς ευχαριστώ, κ. υπομοίραρχε, σάς ευχαριστώ διά την υπηρεσίαν σας αυτήν…
Και αμέσως ο Διευθυντής τού Β΄ Γραφείου εκάλεσε ένα λοχαγόν και τού έδωκε διαταγάς: Να πάρη αμέσως δέκα άνδρας, να τρέξη να περικυκλώση το σπήτι τού Εβλιά Ζαδέ, να εισέλθη εις αυτό, να κάμη έρευναν και να συλλάβη όσους εύρη εντός αυτού… Αμέσως, χωρίς χρονοτριβήν.
Η διαταγή εξετελέσθη. Μετά ημίσειαν ώραν ο λοχαγός, συνοδευόμενος και από τον υπομοίραρχον, προσφερθέντα προς τούτο, με δέκα άνδρας ευρίσκετο προ τής οικίας τού Εβλιά Ζαδέ.
Αλλ’ οι ένοικοι είχον λάβη τα μέτρα των. Εις ένα παράθυρο είχαν ένα παρατηρητήν και μόλις επληροφορήθηκαν από αυτόν ότι πλησιάζει απόσπασμα εφοβήθησαν την έρευναν και την σύλληψιν.
Αμέσως λοιπόν μία χανούμ ηθέλησε να εξέλθη από ένα παραπόρτι που ήνωνε την αυλήν τής οικίας τού Εβλιά Ζαδέ με την αυλήν τής γειτονικής τουρκικής οικίας. Η χανούμ συνοδευομένη από ένα υπηρέτην έσπευσεν ολοταχώς, αδιαφορούσα διά την βροχήν, εις το μέγαρον τού αρμοστού Στεργιάδου.