Ένα πέπλο μυστηρίου κάλυπτε τη ζωή τού παππού, και ειδικά τις συνθήκες θανάτου του. Πέθανε ή σκοτώθηκε; «Πέθανε» μας είπε κάποια στιγμή η μάνα μου. Πώς πέθανε; Επέμεινα. Θέλαμε να μάθουμε. Μετά από λίγο καιρό, άλλαξαν τροπάρι: «Σκοτώθηκε». Ναι, αλλά αν σκοτώθηκε, τι διάολο είχε συμβεί; Γιατί δεν μας έλεγαν; Με την πίεση των μεγαλύτερων εγγονών, η μάνα μου αναγκάστηκε μετά από καιρό να παραδεχτεί ότι δεν σκοτώθηκε αλλά τον σκότωσαν. Οπότε τα ερωτήματα έγιναν ακόμη πιο βασανιστικά: Ποιοι, πώς, και γιατί τον σκότωσαν;
Αυτό πάντως δεν ήταν το μόνο ζήτημα για το οποίο είχαμε απορίες· είχαμε απορίες και για το θείο Μάνθο, τον άντρα της θείας Φιλίτσας. Γιατί δεν είναι μαζί μας ο θείος Μάνθος; Ο πατέρας μου είναι εδώ, ο πατέρας του Κωστή επίσης, ο πατέρας του Γρηγόρη όμως πού είναι; Εμείς οι νεότεροι δεν τον ξέραμε καν. Μήπως δεν ζει; Πού είναι τώρα; Μας πήρε καιρό να μάθουμε.
ISBN:
978-618-5087-80-7
Αριθμός έκδοσης:
Γ'
Έτος έκδοσης:
Αθήνα 2015
Πρώτη έκδοση:
Αθήνα 2012
Διαστάσεις:
13x20,5
Σελίδες:
248
Η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη. Αντάρτες απΆ την μια, σούρληδες απΆ την άλλη. Δεν ήξερες από πού να φυλαχτείς. Φοβούνταν ο κόσμος. Έρχονταν οι αντάρτες: «Διακόσια αυγά!» «Πενήντα καρβέλια ψωμί!» Λες κι ήμασταν εργοστάσιο. Στην αρχή ο κόσμος έδινε. Μετά δεν είχαν να φαν κι αυτοί. Τι να δώσουν; Την άλλη μέρα το πρωί έφταναν οι σούρληδες: «Ποιος έδωσε ψωμί; Ποιος έδωσε αυγά; Ποιος έδωσε σφαχτάρι;» Πρώτος ο Γιωράκος. Ήξε- ρε αυτός. Τους είχε σταμπάρει από πριν. Και δώσΆ του ξύλο. «Ή με μας ή με τσΆ άλλους» σου λέει. Έπρεπε να διαλέξεις. Είδαν κι απόειδαν ο κόσμος.
ΓιΆ αυτό, έφυγαν απΆ το χωριό. Λίγοι άντρες έμει- ναν. Ποιος δεν έφυγε; Ο Νάσιος ο Προσμήτης πήγε στη Λάρισα. Ο Κώστας ο Πολύμερος, κι αυτός. Κι εμείς τότε φύγαμε για το Βόλο. Όποιος δεν μπο- ρούσε να φύγει, κοιμόταν στη γέφυρα. Εκεί κοιμό- ταν ο μπαμπάς κάθε βράδυ.
Τη γέφυρα τη φύλαγε στρατός. Διοικητής ήταν ένας Βαρότσης. Λοχαγός. ΑπΆ την Αθήνα. Με τον μπαμπά είχαν σχέσεις. Ερχόταν και στο σπίτι μας. Τον είπε τον μπαμπά: «Τι κάθεσαι, Δάσκαλε, εδώ με μας; Δεν βλέπεις τι γίνεται;» «Ε, βρε παιδί. Μόλις πάρω σύνταξη, θα φύγω». Ο μπαμπάς είχε νοικιά- σει ένα σπιτάκι στο Βόλο, στην Ιωάννου Καρτάλη. Κοντά στο σπίτι του θείου Γιάννη, στην Τρικούπη. Εκεί μέναμε εμείς – με τη μάνα σου και τον αδερφό σου το Στάθη. Κοντά στο σπίτι του Γιάννη, δυο τε- τράγωνα πιο πάνω – «να Άχουν παρέα τα κορίτσια». Λογάριαζε μάλιστα κι αυτός με τη μάνα να έρθουν εκεί, μόλις θα έπαιρνε σύνταξη...
Ο Γιώργος Ρουσόπουλος γεννήθηκε το 1951 στο Βόλο. Σπούδασε Μαθηματικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Φιλοσοφία στις ΗΠΑ και τη Βρετανία. Πήρε μεταπτυχιακό δίπλωμα στα Μαθηματικά από το Πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ και κατόπιν μεταπτυχιακό δίπλωμα στη Φιλοσοφία από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας. Είναι Διδάκτορας Φιλοσοφίας από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Ήταν μεταπτυχιακός υπότροφος του Βρετανικού Συμβουλίου στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης (1986-87), όπου μαθήτευσε κοντά στον Michael Dummett. Δίδαξε Μαθηματικά και Επιστημολογία στο Πολυτεχνείο Κρήτης από το 1987 μέχρι το 1993. Ήταν καθηγητής Φιλοσοφίας στην Επιστημολογία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (στο Τμήμα Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών).
Έχει μεταφράσει τη Φιλοσοφία της Λογικής του Κουάιν (2008), τα Θεμέλια της Αριθμητικής του Φρέγκε (2009), έχει δημοσιεύσει επιστημονικές εργασίες στη Γνωσιολογία, την Επιστημολογία και τη Φιλοσοφία των Μαθηματικών και έχει γράψει τα βιβλία: Επιστημολογία των Μαθηματικών (1990), Αναλυτική της παράστασης (1998), Μαθηματικός ρεαλισμός (1999), Γνωσιολογία: Φιλοσοφία και επιστήμη υπό το καθεστώς της παράστασης (2009), Ο Κύκλος της Βιέννης (2010) και Η φιλοσοφία της επιστήμης (2011). Επίσης, έχει επιμεληθεί τους τόμους Αλήθεια(2002) και Σύγχρονος εμπειρισμός (2008).
Αυτό το μυθιστόρημα είναι το πρώτο του.
Επιλέξτε νομό για να δείτε τα μεταφορικά του προϊόντος:
* Για πιο ακριβή αποτελέσματα προσθέστε όλα τα προϊόντα στο καλάθι σας και υπολογίστε τα μεταφορικά στην ολοκλήρωση της παραγγελίας. Οι δυσπρόσιτες περιοχές επιβαρύνονται με 2.5€