ΠΗΡΑΝΕ ΤΟΝ ΚΑΤΗΦΟΡΟ τα χρόνια και περάσαν
χωρίς κάποιος ν’ αντιληφθεί όλα στη Γη γεράσαν
έν δισεκατομμύριο χρόνια έχουν περάσει
απ’ του Χριστού τη γέννηση κι η Γη έχει γεράσει
είναι στο χείλος του γκρεμού όλα έχουν παγώσει
άλλη τροφή και ζεστασιά δεν έχει πια να δώσει.
Γύρω στον Ισημερινό τα πλήθη μαζεμένα
χωρίς τροφή χωρίς νερό και ταλαιπωρημένα
’τοιμάζουν αερόπλοια σ’ άλλους τόπους να πάνε
αφού σε λίγα χρόνια πια δε θα ’χουνε να φάνε.
Ο ήλιος εκουράστηκε γέρασε δεν αντέχει
και κάθε ζωντανό στη Γη φόβο και πίκρα έχει.
Της Γης οι πάγοι τρέξανε κατέβηκαν πιο κάτω
φτάσανε στη Μεσόγειο κι ακόμη παρακάτω
σκεπάσανε την Αίγυπτο και το Σουδάν ακόμη
νέκρωσαν από πληθυσμό πόλεις θάλασσες δρόμοι.
Ανάστατοι οι άνθρωποι ζητάνε κάποια λύση
και όλα διαλυθήκανε σ’ Ανατολή και Δύση.
ΑΠ’ ΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ φάνηκαν τα πρώτα καραβάνια
η παρουσία τους κι εδώ δεν είναι πλέον σπάνια.
Εκεί που κατοικούσανε στο παρελθόν ανθρώποι
και για αιώνες ήτανε ευλογημένοι τόποι
τώρα τα σκέπασ’ ο χιονιάς τα πάντα παγωμένα
δάση βουνά και θάλασσες τα βλέπεις νεκρωμένα
στάρι και ελαιόδενδρα άλλο πια δε φυτρώνουν
βόδια πουλιά κι άλλα πολλά στο ύπαιθρο παγώνουν
τα βλέπεις σαν ανάμνηση βουβά μαρμαρωμένα
είδη μιας άλλης εποχής για τους ανθρώπους ξένα.
Αλλά και τα θαλασσινά όπου τροφοδοτούσαν
της Γης όλα τα πλάσματα και ζωντανά κρατούσαν
όλα τους νεκροθήκανε και λέπι δεν υπάρχει
σε θάλασσες και σε στεριές σιγή θανάτου άρχει.
Όπου κι αν πας όπου σταθείς όπου και να κοιτάξεις
τα όσα βλέπεις γύρω σου σε κάνουν να τρομάξεις.
Μόνο στον Ισημερινό βλέπεις λίγους ανθρώπους
όλους να ετοιμάζονται να πάνε σ’ άλλους τόπους
να μπουν σε αερόπλοια να φτάσουν Αφροδίτη
σ’ αυτόν τον πλησιέστερο από τη Γη πλανήτη
που μάθανε πως κρύωσε δεν καίει σαν καμίνι
και κάθε πλάσμα ζωντανό εκεί μπορεί να μείνει.
Αλλά παντού συνωστισμός όλους δεν τους χωράνε
είν’ το ταξίδι μακρινό όλοι τους δε θα πάνε
γι’ αυτό και αντιμάχονται διώχνει ένας τον άλλο
χτυπιόνται και τσακώνονται το πρόβλημα μεγάλο.
ΟΣΟΙ ΤΩΡΑ ΑΠΟΜΕΙΝΑΝ ψηλές φωτιές ανάβουν
να ζεσταθούν να λυτρωθούν και τους νεκρούς τους θάβουν
αλλά δεν είναι σπάνιες οι αιματοχυσίες
αφού πλέον δεν έχουνε τις ίδιες ευκαιρίες
να φύγουν και να φτάσουνε μακρά στην Αφροδίτη
ήσυχα και ειρηνικά χωρίς να σπάσει μύτη
γιατί προτάσσονται αυτοί που ’χουν ισχύ και χρήμα
και σ’ όσους απ’ τους ισχυρούς παρέχεται το σήμα.
Η ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΑΛΛΟΤΕ όλη πυρακτωμένη
σε κάποια σημεία της έγινε παγωμένη
αφού ο ήλιος έχασε μέρος της δύναμής του
μικρότερο κι αδύναμο έγινε το κορμί του
έπαψε να την καίει πια και να την πυρακτώνει
και κάθε πλάσμα ζωντανό αμέσως να σκοτώνει.
Σε λιγοστά σημεία της φανήκανε χορτάρια
απλώθηκαν και θάλασσες που γέμισαν με ψάρια
οι δυο της πόλοι πάψανε να καίνε σαν και πρώτα
ζώα εμφανιστήκανε με αίμα και ιδρώτα.
ΚΑΙ ΝΑ ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ έποικοι της Γης οι μετανάστες
της Αφροδίτης ζωντανά του τόπου οι δυνάστες
αλλόφρονοι από χαρά που σώσαν τη ζωή τους
και νέους δρόμους άνοιξαν στην επιβίωσή τους.
Λένε να στήσουνε χορούς το θαύμα να γιορτάσουν
τη δύναμη που έδωσε μέχρι εδώ να φτάσουν
να φτιάξουνε με τον καιρό μια νέα κοινωνία
ανώτερη π’ αυτή στη Γη κι όλα σε αφθονία
να τα ’χουν να συντηρηθούν και να επιβιώσουν
έναν πολιτισμό λαμπρό κάποτε να στεριώσουν