ΑΙΩΝΙΑ ΦΩΤΙΑ
Και ένοιωθα το βλέμμα σου να πέφτει πάνω μου, ναι πάνω μου,
και ’γώ φλεγόμουνα ολόκληρος σαν πυρκαγιά,
και μέσα μου έκαιγε μια αιώνια φωτιά.
Πυρακτωμένος ο εαυτός μου,
αυτός ο λιποτάκτης εαυτός μου,
και μία λάβα ηφαιστειακή να συνυπάρχει μέσα μου
και να διοχετεύεται σε ουράνια σύμπαντα ρομαντικά.
Κι εσύ σαν αστρικός πλανήτης,
να με κοιτάζεις με αυτό το βλέμμα σου, το θεϊκό,
αυτό το βλέμμα που ’ταν αλλιώτικο,
βλέμμα γλυκό που φέρνει ρίγος,
τρέμουλο και ανόθευτο ερωτισμό.
Και ανέμοι φύσαγαν,
και με παράσερναν μέσα σε όνειρα φανταστικά,
όνειρα ποίησης,
και μέσα μου έσταζαν,
φιλιά φωτιάς,
αυτής της αιώνιας φωτιάς.
Αυτής της άτιμης,
που με ανέβαζε ως τα βουνά,
ως τα αστέρια,
αυτά που γέλαγαν όταν με έβλεπαν,
μα ’συ με το θεϊκό σου βλέμμα,
ναι! με αγκάλιαζες και με προστάτευες…
ξανά και ξανά.